ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ.

Ο νόμος του Θεού είναι αλλοδαπός -είναι δαιμονισμένος, ως προς το σημαίνον, το εγγραφόμενο  στον ερασιτεχνικό λόγο του θεάτρου της Πράξης, και στο διάλογο φυσικά∙ όχι μια λέξη, αλλά μια αλήθεια για το τέλος της επιχειρησιακής αποστολής, η οποία δεν είναι ένα πράττειν: δεν είναι η δημοκρατία των γραμμάτων, αναμφισβήτητα δεν είναι ότι θα μπορούσε να γίνει αυτό, αυτή δηλαδή η δημοκρατία ∙ ο αναλυτής, δεν είναι κάποιου γένους  φασματώδους όν: με λίγη τύχη θα μπορούσαν οι αναλυτές να δώσουν το έναυσμα για τις σκέψεις τους προς τους βρώμικους κόκκους του να έχουν επίγνωση της φύσης του θέματος που έπρεπε να γνωρίζουν, η οποία δεν είναι, όχι αυτή τη φορά, το σκιάχτρο της μεταβίβασης-  δεδομένου ότι η ορθή στάση στο πόντιουμ της, από όπου η ομιλία του όντος θα διαπλέξει την εξωτερική εμφάνιση της σε πράξη σαν μια αφή χωρίς χέρι∙ αυτό είναι ότι θα μπορούσε να κάνει αυτό το πλάσμα που ονομάζεται ψυχαναλυτής σε έκ-τακτο θνητό, γιατί δρα στο λόγο του και σ’ αυτό το σώμα που δεν μπορεί να είναι βιολογία αφού διερωτάται τί πάει να πει άνθρωπος: δεν είναι μια συνηθισμένη ποιότητα των αναλυτών, και θα μπορούσε να υπάρχει μια πολύωρη ερώτηση, κάτι για να εμπλουτίσουν αυτά τα μυαλά εκτός χρόνου, με ένα ορισμένο ποσό μιας υψηλής ποιότητας ευημερίας και ανάμεσα σε εξαιρετικούς οιωνούς που, όσο και αν είναι επιθυμητό, δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται, όπως ο Adler έγραψε, ηλίθιοι από τη γέννηση∙ και, ενώ η Ουσία αυτή τη στιγμή είναι σε διαχρονικό έδαφος και σε αντίθεση του υποκειμένου που φτύνει το Γράμμα, γιατί υπομένει, όχι χωρίς πείσμα, το γεωγραφικό πλάτος του σημαίνοντος, ο νόμος καταδέχεται να του σημαινοδοτήσει την πραγματική του αξία και να κάνει ακουστική την ομιλία που εκδηλώνεται ανάμεσα στη διάρκεια της ανάλυσης, κάτι σαν φρέσκα κεφάλαια για τη νέα οικονομική τοποθέτηση ως προς την ευχαρίστηση και την επιθυμία, έτσι ώστε να γίνεται ισορροπημένο, αυτό το υποκείμενο που όχι μόνο ομιλεί αλλά Πράττει το λόγο του, στη θεσπέσια κλίμακα του Αρχαγγέλου, του τί είναι μια Αξία σύμφωνα με τη δεδομένη επιθυμία του Αναπληρωτή Όντος: γιατί, μια λέξη για να έχει μια τιμή, μια αναβράζουσα, κάπως, των ιδίων κοπριάς που μπορεί να γίνει το λίπασμα του Ψυχαναγκαστικού, μέσα ή έξω λίπασμα, για εκείνους που είναι σε θέση να δράσουν, το θέμα δεν είναι πλέον οι στίχους αλλά η συ-στοιχία∙ τον κώδικα Bushido, ένα καλό παιχνίδι λέξεων για αυτούς τους φιλόλογους, να διαβιβάζουν και να συσχετίσουν με την προ-αναφερθέντα κοπριά, ο ηρωικός κώδικας, στον οποίο υπάρχει παράλληλα  ο διαστροφικός λόγος, με τη διαφορά να παραπαίει- πράγματι γύρο από ένα συμβολικό πέος- στο ότι ο ήρωας αφιερώνει το είναι του σε μια πράξη που εξυπηρετεί μια αιτία, ένα σκοπό: αυτή δεν είναι η πράξη της επιστήμης, αλλά της Αγάπης.

 

Και, αν τα αμφιβόλου γράματτα καλοσύνης, να περιγράγρματα μιας μουσικής, μουρμουρίζουν τις σημειώσεις τους, εντός της συνόδου μεταξύ του πρώτου ανάμεσα σε ίσους, κατά μήκος των μολυσμένων υδάτων του αρχιπελάγους της επιθυμίας, σχηματίζοντας λανθασμένα μια γραμμή και όχι ένα τρίγωνο, με το οποίο οι αναλυτές θα μπορούσαν να εφαρμόσουν το Πυθαγόρειο θεώρημα, και πάλιν λανθασμένα σε σχέση με την πλαστικότητα του γράμματος και της επιθυμίας, με τη διαβόητη υποτείνουσα να ισούται με τη προσθήκη και το υψόμετρο στη δεύτερη δύναμη, μια απλή εφαρμογή ενός τύπου που δεν ισούται με την εν-λόγο-πράξη, λόγω της απουσίας της αναβίωσης της επιθυμίας∙ γιατί, αν το σημαίνον χαρακτηρίζεται από μια ορισμένη πολυσημία, π νόμος παραχωρεί τη θέση του στη κίνηση της επιθυμίας, διότι η ψυχαναλυτική πράξη παράγει το Ον που πράττει, το ΕργΟΝ, έργο αγάπης του αναλυτή για την αιτία και όχι η επιστήμη, της επιστημονικότητας του ίδιου του υποκειμένου που υπόκειται στην αλήθεια του∙ να μην αγαπούν τον αναλυόμενο, και αυτό είναι, παρά τα φαινόμενα, η ακριβής ανθρωπιστική φύση της ψυχανάλυσης , αφού είναι η προσαρμογή της ύπαρξής του ηθοποιού σε μια πειθαρχία, μια πειθαρχία υψηλότερη από ότι ο κανόνας που ορίζει μια πρακτική ή μια ιδέα. Ο νόμος, με την έννοια της κατεύθυνσης, είναι σύμφυτος με την Αγάπη προς την αρχή της ψυχανάλυσης και όχι το αντικείμενο∙ σε αυτή την ανθρώπινη αρχή του γέλιου ο ψυχαναλυτής σχηματίζει την κίνηση της επιθυμίας του για μια ψυχανάλυση την οποία ο Freud απέδωσε ως την ενεργοποιημένη πτυχή της ποιότητας της κίνησης: γιατί, ένας σχηματισμός είναι η αναγωγή της επιθυμίας στη θέση της θεωρίας των μορφών ∙ δεν είναι δύναμη ή ωμότητα για το λόγο, διότι αυτές είναι ατομικές ουσίες σε άλλη διάταξη όπου ομιλούνται με τη γνώση, αυτήν που είναι αλλοδαπός ως προς την Πράξη.

 

Δεν υπάρχει καμία προϋπάρχουσα ηθική της πράξης στο μητρώο του νόμου∙ η επιθυμία αποτελεί ένα τέτοιο μητρώο εντός μητρώα, και χρησιμοποιεί το αντικείμενο της αιτίας της, από την οποία έλαβε το αναφαίρετο δικαίωμα να τεμαχίσει το ένα, που είναι πέρα ​​από τα μητρώα: ο σαμάνος ξέρει γι ‘αυτό, όσο και αυτό που είναι αλλοδαπός σε εκείνο που είναι σωστό και προέρχεται από το χώρο της επιστημονικής λειτουργίας: ο γελωτοποιός γνωρίζει, επίσης, ότι, καθώς, δεδομένου ότι, το κοινό γέλιο είναι ένα προϊόν της περιορισμένης έννοια∙ όπου δηλαδή η μεταφορά αποτυγχάνει, υπάρχει γέλιο∙ αυτά τα νέα είναι πράγματι χαρμόσυνα, είναι ακόμα καλύτερο αυτό το οποίο γίνεται με το γέλιο∙ επειδή ο νόμος που είναι αλλοδαπός θα πρέπει να είναι έξω από αυτό που είναι ηγεμονική λειτουργία, και, σίγουρα, όχι κοντά στην κακή φήμη για το ερώτημα τί είναι η επιστήμη: η επιστήμη είναι η επιστημολογική συζήτηση που απαγορεύει ένα θέμα στο να αντανακλάται διαφορετικά, και δεν είναι θηλυκή καθόλου ως προς τούτο- σε αυτή τη νομιμοποίηση της τυραννίας η επιθυμία του νόμου είναι αλλοδαπός- είναι ξενόφερτη∙ και, λόγω της αυτονομίας της, σε συνάρτηση μεταξύ της ελευθερίας και του σχηματισμού του γράμματος σε εκείνα τα νερά που ο Ηράκλειτος ονόμασε ως πάντα να μην είναι τα ίδια, η πράξη πραγματοποιείται στην ίδια την ψυχανάλυση: η αυτοκτονία του Φοίνικα της γλώσσας και η διείσδυση της κοσμοαντίληψης των λέξεις μέσα από το όριο που εγκαταστάθηκε από τον Λακάν διαμέσου του Φρόυντ ∙ και, αν η επιστήμη έγινε λόγος του Θεού χωρίς τίμημα, ή τιμή, δηλαδή η απόλυτη φωνή αν κάποιος προσπαθήσει να τη σκεφτεί από το την μη ελενχομενη παντοδυναμία ενός άψογου λόγου, στη συνέχεια, ο νόμος αυτός δεν μπορεί να είναι επιθυμία, η οποία είναι από το a Όντας Αθόρυβο παρά το πραγματικό της Φωνής: μόνο μέσω αυτού του πραγματικού οι αναλυτές θα μπορούσαν να είχαν προσφορά -αντάξια της ιστορίας της Πράξης -ή αλλιώς, θα πρέπει να μείνουν πίσω αθόρυβα στην απραξία τους, εκείνη την Ανεργία της ανεπαρκής θέσης του ΕργΟντος σκασμένο στα ΓλωσσοΜατικά  δίχως ίχνος ανθρωπισμού: η επιθυμία δεν είναι Ξένη προς την πράξη∙ η επιθυμία είναι η αυτόγραμμα της εν λόγω επιστολής που έχει εγγραφεί.

Μετάφραση: Μαρίνα Χαραλάμπους.

On the Desire that is Agape and not Science.

 

Что такое психоанализ: вопрос о лакановском объекте.

Что такое психоанализ: вопрос о лакановском объекте.

Исследование в этой области с легкостью могло бы повторить привычный философский ответ: «Это то, что есть». Но тогда он означает аксиому, которая приравнивается к этимологии Бога, в то время, как психоанализ не относится к этой категории, и даже не является панацеей, представляя собой тираническую клятву, многообещающую излечить психологическую боль объекта с помощью специального режима работы, техник, которые не могут понять значение свободы и ответственности, и из-за которых благотворительность полна страшного пояснения. Среди музыкальности этих мыслей Лакановский психоанализ, или любой другой приличный психоанализ, в основе которого лежит эта этика, в общих чертах выражает человеческое право на «говорить», по средствам которого каждый объект призван взять на себя ответственность за собственный образ жизни и – смерти.

С момента, когда кто-то пытается, а еще хуже, отвечает с уверенностью, присущей господину, а не психоаналитику или психоанализируемому, на вопрос: «Что такое психоанализ», на типичную формулу, в которой проявляется математичность психизма и человеческой сущности «одно решение для мозгов всех», начерченная пером и линейкой слепого доверия диктатору, – тогда то, о чем он говорит, не является психоанализом, а в лучшем случае оказывается плохой психотерапией, потому что психоанализ – это «что-то», что создается, чего не существовало прежде, с каждым анализируемым в отдельности, также как и аналитик, выражающий удовлетворение от отсутствия памяти, или того, чего он не знает, может принять новое желание на уровне подсознания.

Психоанализ не может быть ничем иным как мнимое освобождения дыхания в психической движущейся геометрии, в рамках обработки данных, личностей, правды и желания, процесс которого подготавливает почву для идиоматического языка самого субъекта: поэтому психоанализ и является загадкой, – но не загадкой, которую нужно разгадать, – а загадкой, которая сформирутеся, она бес-форменная, и одновременно она рисует красоту и многостороннесть человеческой субъективности. Психоанализ начинается с раз-говаривает и двигается к молчанию: из речего места, откуда субъект черпает причину собственного существования.

Автор: Петрос Патунас
Перевод: Регина Ибрагимова

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ: ΜΙΑ ΕΡΩΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΚΑΝΙΚΟ ΣΚΟΠΟ.

H έρευνα σε αυτό το πεδίο θα μπορούσε με ευκολία να επαναλάβει την συνήθεις φιλοσοφική απάντηση “Είναι αυτό που είναι,” αλλά αυτός ο λόγος είναι ένα αξίωμα που ισούται με την ετυμολογία ενός Θεού, που η ψυχανάλυση δεν είναι, ούτε αποτελεί πανάκεια αντιπροσωπεύοντας ένα τυραννικό όρκο, πολλά υποσχόμενο, να θεραπεύσει τον ψυχικό πόνο του υποκειμένου με ένα ειδικό modus operandi, με τεχνικές, τα όπλα, δηλαδή, όσων δεν μπορούν να καταλάβουν την έννοια της ελευθερία και της ευθύνης∙ και με τους οποίους η φιλανθρωπία συλλέγει μια φοβερή επεξήγηση. Ενδιάμεσα  σε αυτές τις μουσικές νότες σκέψης, η Λακανική ψυχανάλυση, ή, η κάθε αξιοπρεπή ψυχανάλυση με πυρήνα αυτή τη ηθική δεοντολογία, σε γενικές γραμμές, αντιπροσωπεύει το ανθρώπινο δικαίωμα του «ομιλεί», μέσω του οποίου το κάθε υποκείμενο καλείται να αναλάβει την ευθύνη του να σχηματίσει το δικό του τρόπο ζωής – και θανάτου.

 

Από τη στιγμή που κάποιος προσπαθεί, ή, ακόμα χειρότερα, απαντά με βεβαιότητα που είναι ισάξια ενός αφέντη και όχι ψυχαναλυτή ή ψυχαναλυόμενου, στο ερώτημα –«Τι είναι η ψυχανάλυση»- στη τυπική φόρμουλα όπου δηλώνετε ένας μαθηματικός τύπος του ψυχισμού και της ανθρώπινης ύπαρξης «μια λύση για το μυαλό όλων», δομημένος με τη πένα και χάρακα τυφλής εμπιστοσύνης σε δικτάτορα, τότε αυτό για το οποίο απαντά δεν είναι ψυχανάλυση: στη καλύτερη δυνατή περίπτωση το θέμα είναι μια κακή ψυχοθεραπεία-γιατί, ψυχανάλυση, είναι «κάτι» που δημιουργείται, δεν προϋπάρχει, με κάθε ένα από τους αναλυόμενούς ξεχωριστά, τόσο όσο και ο αναλυτής ο οποίος εκφράζει την ικανοποίησή του για την έλλειψη μνήμης, του ότι μπορεί να μην ξέρει, ώστε να φιλοξενήσει τη νέα αυτή η επιθυμία από το υποκείμενο του ασυνειδήτου.

 

Η ψυχανάλυση δεν μπορεί να είναι παρά μια πλασματική ελευθερία αναπνοής μέσα στη ψυχική κινούμενη γεωμετρία, στο πλαίσιο της επεξεργασίας δεδομένων, προσωπικών, της αλήθειας και της επιθυμίας, η διαδικασία της οποίας πλάθει το έδαφος για τη ιδιωματική γλώσσα του υποκειμένου: γι ‘αυτό και η ψυχανάλυση είναι ένα αίνιγμα-  δεν είναι όμως ένα αίνιγμα που πρέπει να απαντηθεί, αλλά ένα που θα σχηματιστεί , είναι ά-σχημο, μεταξύ άλλων,  και που ταυτόχρονα ζωγραφίζει την ομορφιά και την πολλαπλότητα της ανθρώπινης υποκειμενικότητας.  Η Ψυχανάλυση αρχίζει με το συ-ν-ομιλεί και πορεύετε προς τη σιωπή: της τοπο-λογίας από όπου το υποκείμενο αθροίζει τον λόγο της ύπαρξης του.

 

Μετάφραση: Μαρίνα Χαραλάμπους.

What is Psychoanalysis: A Question for a Lacanian Cause.

Click to find out more.