ΠΡΩΙΝΕΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Η νεαρή γυναίκα, τριάντα και κάτι, βίωνε για αρκετό καιρό την ίδια ιεροτελεστία με το που άνοιγε τα μάτια της το πρωί, με ένα απέραντο άγχος να μαζεύετε στο σώμα της,  να πλάθεται σε κουβάρι, σκληρό, σχεδόν όγκος, εκείνο το πρίσμα που, όταν διασπάται, μετατρέπεται σε πανικό∙ να καπνίζει τις εικόνες στο σαλόνι και να προσεύχεται να μη γίνει το χειρότερο: με αυτιστικό, επαναληπτικό τρόπο, σχεδόν μυστικό, παρακαλούσε να εξοριστεί αυτό το κακό και να γίνει ότι ήταν αναγκαίο για να αποφευχθεί: εκείνο που την ξυπνούσε κάθε πρωί με ανησυχία, και όχι μόνο εκείνην, και ενέπνεε το ομιλούν σώμα της να παραθέτει νοερά προσευχή, ήταν το να μην καταρρεύσουν οι Κυπριακές τράπεζες: «Πρέπει να σωθούν οι τράπεζες»∙ και, κρυφά, ακόμα και από τις ίδιες της τις προσευχές, να σκέφτεται, να υπολογίζει, πως τώρα με την κρίση θα μπορέσει να αγοράσει το σπίτι των ονείρων της σε καλύτερη τιμή∙ πρέπει να υπολογίσει το κατάλληλο χρονικό σημείο εκτός από τα λεφτά- νεαρή, όπως γράψαμε, από οικογένεια προσφύγων: έναν τάφο πολυτελείας, καθαρά κυπριακό, από εκείνους τους ακριβούς, με Ιταλικά μάρμαρα, ξύλινες πόρτες, με έργα τέχνης, με σαλόνια, με μεγάλες τηλεοράσεις για τον άντρα της τον παράγοντα που όλα τα ξέρει αλλά τρέμει την γυναίκα του∙ αυτές οι σημαίνουσες παραλλαγές ενός λάκκου, της φαντασμαγορικής ερωτοτροπίας του Κύπριου με το θάνατο και όχι με τη ζωή, την επιθυμία του, υποδειγματικός επενδυτής του να πεθάνει τη ζωή του: ιδού και η αλήθεια του «Το σπίτι θα σου μείνει»: μόνο ένας αιώνια πεθαμένος θα έδινε τόση αξία σε ένα σπίτι, ένα τάφο, ή, εκείνος που θα ζει σαν φάντασμα μέσα από τη ζωή των παιδιών του: έτσι ξέρουν να γίνονται αθάνατοι οι δαίμονες∙ και κάθονται με τις φίλες της, και άλλους παράγοντες, υπέρμαχοι της οικονομικής ανάκαμψης επί πτωμάτων, συζητώντας για αριθμούς απάνθρωπους, παγωμένοι σε μια εξίσωση λανθασμένη της τάξης του «Είτε αυτό είτε το άλλο»: έτσι μιλά ο χορτάτος για την πείνα- λέει, δηλαδή, πως είναι και η πείνα μια ιδέα∙ και έτσι γίνεται ο χορτάτος ένας άλλος μοναχός, γέροντας, σε κάποιο δαιδαλώδη Άγιο όρος όπου ακούονται μαθηματικές προσευχές.

 

Τελευταία σταμάτησε να προσεύχεται γι’ αυτό το θέμα αφού κατάλαβε την αξία της ζωής: το παιδί της πέθανε.

 

 

 

 

petros_blackandwhite

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΚΟΥΑΠΑ

Πρόσφατα έχει συζητηθεί, αρκετά θα έλεγα, αλλά όχι πάρα πολύ, το γεγονός της «εμφάνισης»  του Χριστού σε γνωστό μπαράκι της Λεμεσού, ένας Ιησούς Χριστός «βιολογικά μεταλλαγμένος», όπου παρουσιάζεται με μάσκα παλιάτσου, μιας αναπαράστασης της οποίας η καλλιτεχνική ομάδα προσπάθησε να χρησιμοποιήσει σαν μεταφορά για το τι γίνεται στη Κύπρο: μεταφορά η οποία απότυχε παταγωδώς, επειδή, αυτή τη χρονική περίοδο της κυπριακής ιστορίας, με τη κρίση, την ανεργία, θα γράψω και την πείνα, κανένας δεν μπορεί να ταυτιστεί ή να τραυματιστεί, έστω και σαν αστείο, με και από την εικόνα ενός καλοαναγιωμένου Χριστού∙ ο κύριος λόγος που δεν συζητήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτό το περιστατικό είναι γιατί δεν περιέχει κανένα φιλοσοφικό υπόβαθρο πίσω της η ενέργεια, ή, η παράσταση, της καλλιτεχνική ομάδας του Κουάπα, που, κατά τη γνώμη μου, αν δεν πληρώνονταν από το μπαράκι μάλλον δεν θα είχαν δουλειά, αφού η αντί-αντίδραση προς ιερά σύμβολα έρχεται όταν η κοινωνία και τα σημεία αναφοράς της, θρησκευτικά και μη, απειλούνται- και αυτό που παρουσιάστηκε στο Κουάπα ήταν γελοίο, αλλα όχι αστείο, ούτε καν ανέκδοτο∙ και δεν μπορώ να χαρακτηριστώ σαν θρησκόληπτος ή θρησκευόμενος με τη γενική ερμηνεία των λέξεων, ή, μάλλον, θα είναι καλύτερα να γράψω με οποιαδήποτε ερμηνεία: για να υπάρχουν σοβαρές αντιδράσεις, που εμπνέουν τον κόσμο, πρέπει ο λόγος που περικλείεται και αρθρώνεται σε μια καλλιτεχνική πράξη να μπαίνει στη ψυχή του ανθρώπου, να την αναστατώνει- αυτό είναι μια εισήγηση για την επομένη παράσταση, με παλιάτσους ή όχι, με Χριστούς και Ά-Χριστούς.

 

Παρόλα αυτά, το γεγονός ήταν αρκετό για να δούμε πολλές απόψεις της κυπριακής κοινωνίας σε σχέση με το συμβάν∙ από την ηλιθιότητα των καλλιτεχνών και την ανακοίνωση του Κουάπα ότι δεν ήθελε με κανένα τρόπο να προσβάλει τις θρησκευτικές αξίες, μια ανακοίνωση που αν διαβαστεί καταλαβαίνει κάποιος πως αυτό ακριβώς ήθελαν να κάνουν, ως το μη καλλιτεχνικό τρόπο που το παρουσίασαν, μιας δηλαδή φτηνής απομίμησης, και πολύ κακής, μεγάλων συγγραφέων και καλλιτεχνών που είχαν μια φιλοσοφία πίσω από του τι έγραψαν ή ερμήνευσαν για τη ζωή του Χριστού, όπως ο Dario Fo, Jose Saramago, ο Νίκος Καζαντζάκης κτλ∙ και, από την άλλη έχουμε την ίδια ηλιθιότητα, μα που πηγάζει από έναν φανατισμό, από αυτούς που δεν αφήνουν τα παιδιά τους να γιορτάζουν τα καρναβάλια επειδή «είναι του διαβόλου»: πριν λίγο καιρό ένας φίλος έγραψε πως μερικά δρώμενα στη Κύπρο θυμίζουν Ιράν- και είχε δίκαιο∙ θα προσθέσω και κάποια άλλα Ιρανικά χαρακτηρίστηκα, υπονοώντας την «καλλιτεχνική» άποψη του Κουάπα, που θα ονομάσω με μια συνήθεις έκφραση  που αρμόζει για την περίπτωση, «Ο Θεός να την κάμει καλλιτεχνική»∙ και, έχουμε του γονείς των παιδιών, τους φανατικούς από τη μια πλευρά, να χαίρονται που δεν επέτρεπαν στα παιδιά τους να πηγαίνουν στο μπαράκι αυτό, και από την άλλη τους ανοικτόμυαλους να λένε «Και τί έγινε» προωθώντας τα παιδιά τους να γίνουν ψευδό-επαναστάτες επειδή οι ίδιοι είναι καταπιεσμένοι σε γάμους που δεν θέλουν, σε τεράστια σπίτια που δεν τους χωράνε, σε σώματα που δεν έχουν κατεύθυνση στη ζωή, πνιγμένοι στα ευρώ που πρέπει να σπαταληθούν στη θέση της επιθυμίας τους που θυσίασαν: και υπάρχουν και οι άλλοι, που αρχίζουν να μιλάνε με το «Πρώτα ο Θεός», ένας Θεός πλασμένος στο μυαλό τους, που δεν του αρέσουν τα αστεία, οι παλιάτσοι του Κουάπα, που δεν βλέπουν το γελοίο της κατάστασης, γυναίκες που μετατρέπονται συμβολικά σε άντρες, και άντρες εκφραστές της θηλυπρέπειας, άντρες που πειράζουν παιδιά μετά από σαράντα μέρες νηστείας- και αυτούς τους ενόχλησε το Κουάπα και ένας παλιάτσος που δεν ήταν καν αστείος, απότυχε δηλαδή στο έργο του να μας διασκεδάσει, και ειδικά όλους αυτούς τους αγέλαστους: τους σοβαροφανείς του «καλού κόσμου». Χριστούς που υποφέρουν -πολλοί- συμπατριώτες μας δηλαδή που γίνονται σιγά σιγά μοντέρνα γλυπτά, αγάλματα της πείνας- αυτοί θα μπορούσαν άνετα να μπουν πάνω στο σταυρό του Κουάπα, και όχι ο, ας γράψουμε, ο αποτριχωμένος, πρησμένος και γυμνασμένος πούλουκος με τη μασκα του παλιάτσου∙ και, από την άλλη, το πραγματικό πρόβλημα της όλης κατάστασης είναι ότι υπήρχαν άτομα που θίχτηκαν με αυτό το «έργο τέχνης» – αυτό και αν μπορεί να σχολιαστεί, αλλά δεν έχω την όρεξη, τουλάχιστον παραπάνω από αυτά που γραφτήκαν∙ τέλος πάντων.

 

Αν είναι αναγκαίο, που είναι, να γίνει κάτι πραγματικά επαναστατικό στη Κύπρο, αυτό θα πρέπει να έχει σύμβολο κάποιου είδους «Χριστό» που να μη φοράει μάσκα∙ ακριβώς αυτές οι μάσκες είναι η ρίζα του κακού: κάποιον που το σώμα του να παρα-λαμβάνει την ευθύνη του λόγου του και να πληρώνει το τίμημα της πράξης.