Λ-Εγώ

Ο Πέτρος Πατούνας είναι Ψυχαναλυτής που εκπαιδεύτηκε στο Λακανικό προσανατολισμό στο Λονδίνο, στο Ηνωμένο Βασίλειο, και στο Παρίσι, στη Γαλλία. Είναι μέλος του Σχολείου του Φροϋδικού Γράμματος που εδρεύει στο Λονδίνο (The School of the Freudian Letter), όπου και ο ίδιος εξασκεί τη ψυχανάλυση, παράλληλα με τη ψυχαναλυτική πρακτική του στη Λεμεσό, στη Κύπρο. Τακτικά παρουσιάζει σεμινάρια στο Ηνωμένο Βασίλειο σε σχέση με την εκπαίδευση ψυχαναλυτών, με πιο πρόσφατες τις σειρές σεμιναρίων, «Η Ψυχαναλυτική Πράξη», και «Η Άσκησης του Ψυχαναλυτή», που παρουσιάστηκαν ή παρουσιάζονται στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

 

Είναι συγγραφέας μυθιστορημάτων, αρκετών ψυχαναλυτικών και κοινωνικών άρθρων, μερικά από τα οποία έχουν μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες, μεταξύ αυτών, Πορτογαλικά και Ρωσικά. Πρόσφατα έχει εκδώσει το πρώτο του συλλογικό έργο για την πράξη της Ψυχανάλυσης, «The Psychoanalytic Act:  On the Formation of the No-Body», μιας συλλογής γραπτών, εκ των οποίων αρκετά, με τη μορφή διαλέξεων, παρουσιάστηκαν σε διάφορα σεμινάρια και ψυχαναλυτικές ημερίδες στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το δεύτερο του βιβλίο σχετικά με την Λακανική κατεύθυνση και εξάσκηση της ψυχανάλυσης αναμένετε να κυκλοφορήσει εντός του 2015, με τον τίτλο «On the Ascesis of the Psychoanalyst», βασισμένο στην προαναφερθέντα σειρά παραδόσεων.

Περί Λακανικής Ψυχανάλυσης

Τί είναι η Ψυχανάλυση: το Αντικείμενο της Ψυχανάλυσης.

 

Η ψυχανάλυση ασχολείται και απευθύνεται στο υποκείμενο του ασυνειδήτου, το τι δηλαδή, σημαίνει το ανθρώπινο ον, ή, καλύτερα, το ομιλούν ον, αντί να αντιμετωπίσει κάποιον σαν ένα ον άρρωστο, παράλογο, τρελό επειδή παρουσιάζει συμπτώματα “ψυχολογικά” ή όχι, τα οποία είναι συμπτώματα μόνο εάν συγκριθούν με μια εικόνα του τι είναι νορμάλ. Οπότε, αντί να γίνεται μια διαδικασία απαλλαγής του συμπτώματος, η ψυχανάλυση εξερευνεί τις υποβόσκουσες αιτίες και αιτήματα αυτών των συμπτωμάτων, αυτών τον ιδιόμορφων τρόπων, μέσο των οποίων το κάθε υποκείμενο υποφέρει και απολαμβάνει- ζει. Αυτή η κίνησης προς την αιτία είναι μια προσπάθεια για συγκεκριμένη δουλειά, που αν ακολουθηθεί, η διαδικασία της ευθύνης των προσωπικών ανακαλύψεων, θα έχει σημαντικά και συγκλονίστηκα αποτελέσματα στο πώς αποφασίζει το υποκείμενο να ζήσει τι ζωή του, με την ευθύνη και το τίμημα που φέρει η πράξη προς την επιθυμία και παράλληλα προς την υπέρ-απόλαυση. Μέσα από αυτά ο κάθε αναλυόμενος καλείται να δημιουργήσει τη δική του ψυχανάλυση και τα μοναδικά σημεία αναφοράς του. Με άλλα λόγια, η ψυχανάλυση, αποτελεί ένα προσωπικό δημιούργημα που δεν υπάρχει από πριν στο μυαλό του αναλυτή αλλά ούτε και του αναλυόμενου, εφόσον αυτό που διαδραματίζεται στις συνεδρίες είναι ψυχανάλυση.

Γιατί Ψυχανάλυση;

Τί είναι η Ψυχανάλυση- τί είναι η Λακανική Ψυχανάλυση;

Η Λακανική Ψυχανάλυση ανταποκρίνεται στο ανθρώπινο μυστήριο, ένα αίνιγμα που ίσως διαφαίνεται ελειπές μέσα από ερωτήματα όπως «Τι μου συμβαίνει;» «Τι γίνεται;», ή, ακόμα, «Γιατί αυτό να συμβαίνει σε μένα;». Τι στιγμή που ο άνθρωπος κάνει το πρώτο βήμα και επικοινωνεί με τον ψυχαναλυτή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το μυστήριο του αινίγματος, η απάντηση του οποίου βρίσκεται στη προσωπική εμπειρία του καθενός, αρχίζει να ξεδιαλύνεται. Η δυστυχία και ο τρόπος που ένα υποκείμενο υποφέρει δεν είναι θέματα ξεκάθαρα. Η αξιοπρέπεια, η αγάπη και η επιβίωση – όλα αυτά τα σημαντικά συστατικά του τι είναι άνθρωπος – περικλείουν σε αυτά τη δυστυχία, οπότε ο διαχωρισμός του υποκειμένου από τη δυστυχία δεν μπορεί να είναι παρά ένα θέμα πολύπλευρο και ευαίσθητο.

 

Η σημερινή κουλτούρα, στη διαρκή κίνηση και αστάθεια που βρίσκεται, παράγει απότομες και τρομαχτικές αλλαγές που επιδρούν στην ταυτότητα και στα σταθερά σημεία αναφοράς κάθε πολιτισμού. Καθώς οι παραδοσιακές πυξίδες και συντεταγμένες των ταυτίσεων χαλαρώνουν, με μερικές να εξαφανίζονται, το άγχος γίνεται απεριόριστο και το υποκείμενο υποφέρει από αυτή την ασυδοσία με τη μορφή συμπτωμάτων. Παρόλο που το «υποφέρω» μπορεί να διαφέρει στο αίτιο και το μέγεθος, το άγχος προσφέρει – με το ανάλογο τίμημα – και μια οδυνηρή σταθερότητα στο υποκείμενο που υποφέρει. Οπότε, για την ψυχανάλυση, το σύμπτωμα είναι μια προσπάθεια για λύση, και πράττει έτσι ώστε να δέσει και να σταθεροποιήσει ταυτότητα και αγωνία.

 

Επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις στην εποχή μας, έχουν μεταμορφώσει την ικανότητα μας να θεραπεύσουμε τις αδυναμίες του σώματος – ο Νους, όχι της βιολογίας αλλά του «βίαιου λόγου» που διαμορφώνει το υποκείμενο του ασυνειδήτου, έχει μείνει μετέωρος σε αυτή την εξέλιξη περιμένοντας να φτιαχτεί από το έξω – έτσι το υποκείμενο θεωρείται «άρρωστο» και «ανισόρροπο» που χρειάζεται να γίνει ισότιμο με ένα κανονικό σχέδιο, δηλαδή ένα πρότυπο συμπεριφοράς ή κουλτούρας. Η «γιατρειά», η «θεραπεία» του Νου δεν είναι μια διαδικασία ή ένα «φάρμακο», ούτε μια τεχνική που μπορεί να δοθεί ή να χορηγηθεί στο υποκείμενο από κάποιον άλλο – δεν εμπίπτει στη φόρμουλα του γιατρού, ή του μάγου, ή του θεραπευτή, που θα δώσει την κατάλληλη θεραπεία την οποία δεν γνωρίζουμε.

 

Ο ψυχαναλυτής, αντιθέτως από ένα γιατρό, δεν υπόσχεται θεραπεία, ούτε θαυματουργική μεταμόρφωση του πόνου σε ευτυχία, και παρόλο που η κλινική εμπειρία δείχνει ότι η ψυχανάλυση έχει θεραπευτικά αποτελέσματα, η διαδικασία δεν μπορεί να στοχεύσει σε αυτά χωρίς να ενδυναμωθεί το σύμπτωμα: ούτε τα αποτελέσματα μπορούν να προβλεφθούν, σε σειρά ή κατεύθυνση. Επίσης, ο ψυχαναλυτής, για να «θεραπεύσει» το υποκείμενο που υποφέρει, πρέπει να ζητήσει από το ίδιο το υποκείμενο να περάσει πέραν της ευχαρίστησης της άγνοιας του, και να ξεκινήσει ένα έργο φιλίας με τη δική του γνώση. Αυτή η γνώση δεν είναι ένα πράγμα απλό – το υποκείμενο δεν γνωρίζει ότι γνωρίζει – ίσως την ώρα που θα απευθυνθεί σε ένα ψυχαναλυτή να έχει μια ιδέα ότι το σύμπτωμα της/του είναι σημείο για «κάτι» χωρίς να γνωρίζει όμως τι. Για να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτό, όχι μυστικό αλλά μυστήριο, το υποκείμενο μιλάει – άρα η ψυχανάλυση γίνεται μέσω ομιλίας κατά βάση, μια πορεία από την ομιλία στη σιωπή: διαφορετική από εκείνη του συμπτώματος.

Ζακ Λακάν και Ψυχανάλυση

Η Λακανική Ψυχανάλυση και η επιστροφή στο Φρόυντ.

Είναι μετρημένοι οι ψυχαναλυτές που άγγιξαν το ύψος της διαύγειας του Φρόυντ, και ένας από αυτούς ήταν και ο Λακάν που πρόσφερε σημαντικότατες ανακαλύψεις, και μοναδικές, στο πεδίο της σεξουαλικής διαφοράς, και έδωσε νέες πτυχές στο περιβόητο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Ο Λακάν, ερευνούσε με πάθος  και προσοχή διάφορα θέματα και πάντα η δουλειά του στηριζόταν σε πραγματικά παραδείγματα, και μέσω αυτών ανάπτυξε την θεωρεία του. Στην εργασία του, γραπτή και προφορική, αναφέρονται οι «μυστικοί» και πολύπλευροι τρόποι του ασυνειδήτου στηριζόμενοι από την κλινική πρακτική του. Ανάμεσα στα έργα συνεισφοράς του, πολλά εκ των οποίων δημιούργησαν αντιδράσεις, αλλά και αξιοποιήθηκαν από άλλους τομείς εκτός ψυχανάλυσης, είναι η Οπτική Απόλαυση στις κινηματογραφικές σπουδές. Επίσης, αρκετοί διανοούμενοι και πολιτικοί φιλόσοφοι έχουν σαν βάση της ανάλυσης των θεμάτων τους τις θεωρίες του Λακάν, βέβαια με ένα τρόπο διαφορετικό από εκείνο της κλινικής εμπειρίας.

 

Ο Λακάν έδωσε νέα πνοή στον Φρόυντ, αναφέροντας ότι η ψυχανάλυση είναι η επιστήμη του πώς ένα υποκείμενο, ένας άνθρωπος, δημιουργείται μέσα από την κοινωνικότητα και την επίδραση του λόγου.

 

Η Λακανική Ψυχανάλυση διαφέρει από την κλασσική ψυχανάλυση του Φρόυντ, και βέβαια από το τι θεωρούν ως ψυχανάλυση άλλες ιδεολογικές κατευθύνσεις. Ο Λακάν ανέφερε ότι σε κάποιο στάδιο της ζωής τους, εκείνο που ονόμασε Στάδιο του Καθρέφτη, τα άτομα γίνονται «σε κομμάτια» σε σχέση με το σώμα τους και με τον Άλλο. Σε αυτό το στάδιο, βρίσκεται η «στιγμή» που το βρέφος κοιτάζει – και κοιτάζεται – στο καθρέφτη και αναγνωρίζει το Είδωλο σαν εαυτό. Όμως το είδωλο είναι ξεχωριστό και ξέ-χώρο, αλλά διαμέσου αυτής της άχρονης στιγμής γίνεται το ιδανικό του υποκειμένου, και δημιουργεί μια σχέση δυναμική με την εικόνα του και τον Άλλο: πλάθεται, δηλαδή, ένα σχίσμα, με το υποκείμενο να προσπαθεί να φτάσει την τελειότητα που φαντασιώθηκε μέσα από τον καθρέφτη.

 

Μια άλλη διαφορά βρίσκεται στην ετυμολογία του ασυνείδητου. Ο Φρόυντ ανέφερε ότι το ασυνείδητο είναι η αληθινή ταυτότητα του ανθρώπου που βρίσκεται βαθιά μέσα του, πέραν, δηλαδή, του συνειδητού. Με βάση τον Λακάν, το ασυνείδητο δημιουργείται διαφορετικά από την εξέλιξη του ατόμου, σαν αποτέλεσμα της γλώσσας και των διαπροσωπικών του σχέσεων. Η σεξουαλική επιθυμία, εν συνεχεία, δεν είναι η βάση όλων των επιθυμιών. Ο Λακάν επικεντρώθηκε στον «τεμαχισμό» του ψυχισμού σε εαυτό και Άλλο, ένα Άλλο που υπάρχει έξω από τον εαυτό. Οι ψυχαναλυτές στην Αμερική δουλεύουν με βασική ιδέα, ότι το Εγώ, μια συνειδητή επίγνωση του εαυτού, είναι σημαντική στη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Ο Λακάν θεωρεί τον εαυτό διαφορετικό από το υποκείμενο του ασυνειδήτου. Ο εαυτός είναι η ιδεώδες εικόνα που κάποιος βλέπει, όταν σκέφτεται το πώς θα ήθελε να ήταν σε σχέση με τον άλλο κόσμο.

Περί Συμπτώματος

Τραύμα, Άγχος, Κρίσεις Πανικού, Κατάθλιψη/Χάσιμο Κίνητρου για ζωή, Θέματα με τη Σεξουαλικότητα, Δυσκολίες στη δουλειά ή στις σχέσεις, Εμμονές, Σύγχυση, Απροσανατόλιστος, Αυτοκαταστροφή, Εθισμοί, Μεγάλα ερωτήματα όπως «Τί σημαίνει να είσαι άντρας ή γυναίκα,» «Πώς είναι να έχεις ένα παιδί,» «ή πως είναι όταν χάνεις κάποιο κοντινό και αγαπημένο» – ανθρώπινες ερωτήσεις που χρειάζονται προσωπική ανταπόκριση και εγράφη.

Περί Ψυχαναλυτικής Συνεδρίας

Η ψυχαναλυτική συνεδρία είναι ένας χώρος, όπου είναι δυνατό το υποκείμενο να μιλήσει για το τι τον/την προβληματίζει με ένα Άλλο, και αυτό μπορεί να γίνει σε επανάληψη όπου η υπεραξία αυτών των λέξεων να χαθεί. Με την προσφορά της συνεδρίας, ο ψυχαναλυτής προσφέρεται να ακούσει τον αναλυόμενο, και επιτρέπει σε εκείνον που μιλά να ακουστεί – ο κανόνας της ψυχανάλυσης είναι ο ελεύθερος συνειρμός. Το υποκείμενο καλείται να μιλήσει για ό,τι περνά από το μυαλό του, ανεξαρτήτως αν είναι άσχετο, άρρωστο, τρελό, ανόητο. Με αυτόν τον τρόπο, αυτόν τον απλό κανόνα, ξεπερνάει το κοινωνικό όριο του να δίνει νοήμα σε ότι λέει. Αυτά δεν είναι όλα, μα είναι μια αρχή.

Με Εικόνες

Από τη διάλεξη στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, 5 Ιουλίου, 2014: Η Ρηματοποίηση του Ασυνείδητου Υποκειμένου.

ψυχαναλυτής, ψυχαναλυση, λακανικός, λακανική, πετρος πατουνας,

University of London Petros Patounas Psychoanalyst London Lacanian ψυχαναλυτης

University of London Petros Patounas Psychoanalyst London Lacanian psychoanalysis

University of London Petros Patounas Psychoanalyst London Lacanian

Blog Index

The Things of the Domain of Shadows

It took him a few decades to reach to an agreement with what he was seeing and what he was listening- these were messages from another dimension, elements of perception and reception, not illusions or delusions, for he was aware of them, at least later in life; in the beginning, as a boy he was fainting against what he was experiencing and the doctors said that he might have not eaten well in the morning, perhaps a poor diet, or that he might have had myopic eyes, however, the bodily organs were healthy, more healthy than what you might have expected under these circumstances and anxieties of this realm of a boy’s life. And so the parents have tried magic, these elementary exorcisms with water and basil leafs and the witch uttering “Now your fears are gone,” yet she had never said where, or that they have rehearsed their habitat in his body, in his body until they wake up again, as if his flesh was a fragile tombstone for his destiny because of what one should christen as some sort of evil chewing on his desire; and, without his knowledge, the boy’s knowledge, at least as they say consciously, he had tried throughout his life to obstruct their roaring, to act as normal people do as if his eyes were blind and his ears deaf, in linearity and within a dimensionality that is imaginary, on the level of normality- normality and healthiness, the bread and butter of those people who do not accept the responsibility of utilizing their gift’s endowment: suffering, too much suffering to cross the threshold for such people, when they situate the human body in the registers of time, logic and of that Other who is observing and looking, of what manure remaining, but never  transubstantiates into fertilizer, from language and thus receives the carcass of the critic, who is dead but does not acknowledge it, for he assumes that, been the king of the underworld, is a beautiful life: what a polite lie- let us subtract the “F” and create a hyperbole for the human existence.

 

The wolf was forever and a day, according to the immemorial expression, staring at him, as the crow flies in the eyes; sometimes it was revealing its violent actions setting the boy at the agonizing rest of a witness’ muteness and ordering him “Do not speak for what you see,”- and he, the boy, when he was actually a boy, has never dazzled back to what has been excogitated from the void of the abyss and has kept himself unvoiced: unvoiced because, truth be told, who could have receive and summon such an ecclesiastical discourse, to listen to he who listens the voices of the world and the roars of the domain of shadows? Who would dare to estimate the berth of a new Lazarus to communicate with the boy and to exchange the values and jokes of life and death? “Speak,” they could have said to him if only they would have ever confined some centimeters within the topology of faith, “Speak for the things of the earth and of Hades,” but how could one even dare to ask from a young boy to ascent his head upwards and leer back to this menacing seething creature, this embodiment of malevolence with the dark immaculate eyes? And that mouth, dripping the saliva of an illness, of the divine anguish– that is why the boy was throwing his glances downwards whilst walking, to hide, to hide not as a part of an obsessional’s ceremony of been the object of the gaze’s drumming, defeated in a private space to control the omniscient coercion of that which sees it all: it was not an issue of been hidden but of hiding it, that inhuman It, and to deal with this Real, which was reality for him, hearkening constantly to these ever known words of adults who have never been children, “Stand up straight; you will become like the celebrated Hunchback of Notre Dame:” they knew half of the story’s plot, and they have been relentlessly forgetting that the notable hatchback has had a heart of gold and was time-honored by the love of the most beautiful, of she who represents destiny in a man’s orientation. The wolf did not retain the colors of a visage, mysterious and anonymous like those oedipal dreams- it did not obtain a face until later in the boy’s life, until, let us say, when he was already a man, a man of honor, a macho with the original meaning of the word who has been that man protecting his family by all means; and, when he cultivated his being and matured into a man, through this perplexing one by one metamorphosis of a masculine subject’s Ousia, the anxiety educing from that blemish of sightlessness veiling the beast’s face became even stronger, until the immense gloominess of the beast was determined, precisely because the, now young man, has been ranging himself away from the evil’s attempt of labeling: it disclosed its face. It was there, all along his life, talking to him, as much as what we call a guardian angel in a white and pure form, a form as the fairy tales have it- and which, as Bruno Bettelheim could have said, obscure and state at the same time the child’s truth- an angel with another voice supporting his position, not to be accumulated by this half-human and half-beast: to be alone is impossible, but there are exceptions; such kindness of a language has been avowed by great philosophers: Aristotle said that there are two kind of beasts that live alone- animals and gods, to where Nietzsche added another kind, the philosopher. Both great minds have been wrong, because there is another, a more atypical type, both divine and demonic who is the honorable sufferer of his own Ethic of the Real, he who resists the call of that same wolf mentioned earlier.

 

And the boy has been reciting a prayer since his childhood, one that has been sometimes forgotten in the path of his life, and the same one that has received his faith once again, and has been altered as much as the anxiety and the revelations of the wolf because, even the prayers’ forms and mannerisms ought to transform their conducts according to the evil’s attendance: it was the prayer who made him a man, that is, to accept to deal with the difficulties of the path he has chosen, one path for one man, which none else can follow because it is made to measure; one body, one desire, one path, one price, one destiny- too much for any other proverbial someone, who does not own any access to the dimensions of shadows, to recognize. And the story goes further, not much will be said, not out of fear, but because those belongings of shadows ought to be kept discreetly in their place, in their valuable graves, not much to be articulated through ink and paper, not more than what a human ear can acoustically receive: and thus the boy has become an ascetic of life, a man with a direction of his choice, not in the form and meaning people might find in the dictionaries’ etymological physiographies, or, to these infamous paragraphs supposedly including and explaining words, words without the subject’s context- he has become ascetic for the service of a cause, one to support what he nominated, baptized in other words, and this included the dedication of his body, through his own suffering, as the cause of freedom and kindness. It has not been a religion to him- he denied the position of the master, for, free speech, cannot be directed to the earlobes of the master who enjoys the vernacular elocution of the mirror, unless there is a hysteric discourse who wants to establish more than anything, a new master, so to enjoy the war itself without the revealed truth been embodied with the subject of the Act- that which has been entitled elsewhere, but not too far, as an ΈργΟν.

 

And it took the young man a dream to see the face of the wolf and yet he has been able to look at him, this time, to look at him straight in the eyes without fear, to look back and not with the loom by which the abyss gazes back in the shape of the return of the repressed, but in a form inimitable and irregular to the eyes and sensitivities of those who have not seen the hand holding the key of Solomon opening doors with an ease; it had to gaze back to support his ethic and because it was the alleyway he had to stride through, that infamous passing of the threshold, to win the attendance of the fairy of destiny, who have been holding for him the golden throne from where a man stares and deciphers the mysteries of the domain of shadows, responds to them, now devoted and cherished, and mark, at this moment that he acts, by what has been aligned as the calligraphy of random kindness and senseless acts of beauty, the body of the subject, not as signifiers, but as the Letters of Love: and those who have the knowledge of good and evil are responsible to choose their own stigmata. Amen.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.